Το ChatGPT αριθμεί περίπου 800 εκατομμύρια εβδομαδιαίους χρήστες, υποστηρίζει πάνω από 20 γλώσσες, και έχει εγκατασταθεί στη ζωή δισεκατομμυρίων ανθρώπων από την Ινδία και τη Βραζιλία μέχρι την Ινδονησία και τις Φιλιππίνες.
Στις 30 Νοεμβρίου 2022, η OpenAI λάνσαρε το ChatGPT — ένα πείραμα συνομιλιακής τεχνητής νοημοσύνης που πολύ σύντομα εξελίχθηκε σε κάτι πολύ μεγαλύτερο. Τρεις μόλις μήνες μετά την επιτυχία του DALL·E, του εργαλείου δημιουργίας εικόνων, ο νέος αυτός «ψηφιακός συνομιλητής» προσέλκυσε εκατομμύρια χρήστες, πυροδοτώντας συζητήσεις για το μέλλον της εργασίας, της εκπαίδευσης, της υγείας, αλλά και της δημοκρατίας.
Τρία χρόνια αργότερα, το ChatGPT αριθμεί περίπου 800 εκατομμύρια εβδομαδιαίους χρήστες, υποστηρίζει πάνω από 20 γλώσσες, και έχει εγκατασταθεί στη ζωή δισεκατομμυρίων ανθρώπων από την Ινδία και τη Βραζιλία μέχρι την Ινδονησία και τις Φιλιππίνες.
Η επέτειος αυτή δεν είναι απλώς μια αφορμή για απολογισμό, αλλά μια ευκαιρία να παρατηρήσουμε πώς ένα ψηφιακό εργαλείο κατάφερε να δημιουργήσει νέες πρακτικές, νέες εξαρτήσεις και νέες ανησυχίες σε ολόκληρο τον κόσμο.
Η πρώτη χρονιά συνοδεύτηκε από ανησυχίες
Η πρώτη χρονιά του ChatGPT συνοδεύτηκε από ανησυχίες. Ειδικοί προειδοποιούσαν για επερχόμενα κύματα απώλειας θέσεων εργασίας — κάτι που ειδικά το 2023 άρχισε να γίνεται εμφανές σε κλάδους όπως η εικονογράφηση, η ανάπτυξη ιστοσελίδων, η μετάφραση και η παραγωγή κειμένων. Σε χώρες όπως η Κένυα, οι πρώτοι που ένιωσαν την πίεση ήταν freelancers που έγραφαν δοκίμια για φοιτητές των ΗΠΑ.
Ωστόσο, η εικόνα αποδείχθηκε πιο πολύπλοκη. Παράλληλα με τις απώλειες, εμφανίστηκαν νέες μορφές συνεργασίας. Στην Ινδονησία, δημιουργοί ταινιών ενσωμάτωσαν το ChatGPT στη διαδικασία συγγραφής σεναρίων, κερδίζοντας χρόνο και νέες ιδέες. Στο Μαλάουι, οι αγρότες χρησιμοποιούν chatbots βασισμένα στο GPT για συμβουλές στην τοπική τους γλώσσα — ένα εργαλείο που συχνά αποδεικνύεται σωτήριο για την παραγωγή τους.
Στην Κολομβία, εντυπωσιακά, το 85% των δικαστών κάνει χρήση δωρεάν εκδόσεων του ChatGPT ή του Microsoft Copilot για να επιταχύνει τη σύνταξη αποφάσεων· μια αλλαγή που επιτρέπει στα δικαστήρια να κλείνουν υποθέσεις γρηγορότερα, ενώ οι δικηγόροι ανοίγουν περισσότερες.
Η συνειδητοποίηση που διαμορφώθηκε με τον χρόνο είναι ότι η τεχνητή νοημοσύνη δεν έρχεται πάντα να αντικαταστήσει τον άνθρωπο — συχνά έρχεται να του αλλάξει τον τρόπο δουλειάς.
Οι εκπαιδευτικοί χώροι
Οι εκπαιδευτικοί χώροι υπήρξαν από τους πρώτους που αμφιταλαντεύτηκαν. Σε ένα σχολείο στην Ινδία, το ChatGPT έγινε μέρος της καθημερινής μελέτης: οι μαθητές το χρησιμοποιούν για έρευνα και στη συνέχεια συζητούν στην τάξη τα ευρήματα και τα λάθη του — ένα μοντέλο μάθησης που βασίζεται στον διάλογο με την τεχνολογία.
Στην Αφρική, δεκάδες νέες startups προσφέρουν μαθήματα και hackathons για να εισαγάγουν νέους στην τεχνητή νοημοσύνη, ενώ στη Μάλι το GPT χρησιμοποιείται για μεταφράσεις εκπαιδευτικού υλικού σε τοπικές γλώσσες, βοηθώντας τους μαθητές να παραμείνουν στο σχολείο.
Αλλά αλλού, η ενσωμάτωση δεν ήταν το ίδιο ομαλή. Η Νότια Κορέα, πρωτοπόρος στην υιοθέτηση ψηφιακών λύσεων, αναγκάστηκε να αποσύρει το κρατικό πρόγραμμα εκπαίδευσης με AI μέσα σε μόλις τέσσερις μήνες. Οι αντιδράσεις αφορούσαν ανακριβή δεδομένα, κινδύνους για την ιδιωτικότητα και αυξημένο φόρτο εργασίας για τους εκπαιδευτικούς. Η υπόθεση αυτή έγινε παράδειγμα για το ότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να εμπνέει, αλλά μπορεί και να υπερβαίνει τα όρια της κοινωνικής ανοχής.
Η παρουσία του ChatGPT στην υγεία
Εξίσου δυναμική ήταν η παρουσία του ChatGPT στην υγεία. Αν και οι περισσότερες χρήσεις παγκοσμίως περιορίζονται σε ερωτήματα για συμπτώματα και θεραπείες, στη Νότια Κορέα το εργαλείο απέκτησε υλική μορφή. Ρομποτικές κούκλες, ενσωματωμένες με ChatGPT, χρησιμοποιούνται ως σύντροφοι ηλικιωμένων: κάνουν συζήτηση, υπενθυμίζουν φάρμακα, ειδοποιούν σε περίπτωση επείγοντος.
Το φαινόμενο δείχνει πόσο γρήγορα το AI περνά από την οθόνη στην καθημερινότητα — και πόσο μπορεί να αναλάβει ρόλους που κάποτε θεωρούνταν αμιγώς ανθρώπινοι.
Το 2024 υπήρξε χρονιά-ορόσημο: περισσότεροι από δύο δισεκατομμύρια ψηφοφόροι σε 50 χώρες προσήλθαν στις κάλπες. Και το ChatGPT ήταν παντού. Στην Ινδία παρήγαγε καμπάνιες και ομιλίες, αποφέροντας εκατομμύρια σε εταιρείες AI. Στη Γκάνα, πάνω από 170 ψεύτικοι λογαριασμοί στο X χρησιμοποίησαν το εργαλείο για να επηρεάσουν την προεδρική εκλογή.
Το εργαλείο χρησιμοποιήθηκε για μιμίδια, πολιτική σάτιρα αλλά και παραπληροφόρηση — μια νέα πραγματικότητα που οι δημοκρατίες προσπαθούν ακόμη να συλλάβουν και να ρυθμίσουν.
Λάθη μετάφρασης και ασύνδετες απαντήσεις
Παρά την επιτυχία του, το ChatGPT παραμένει αδύναμο σε πολλές γλώσσες με εκατομμύρια ομιλητές, όπως τα μπενγκάλι, τα σουαχίλι, τα ουρντού και τα ταϊλανδέζικα. Έρευνες έδειξαν ότι πέρα από λάθη μετάφρασης, το μοντέλο συχνά επινοεί λέξεις ή παράγει ασύνδετες απαντήσεις.
Αυτή η αδυναμία οδήγησε πολλές χώρες να στραφούν στην ανάπτυξη δικών τους LLMs: στην Ινδονησία, όπου μιλιούνται πάνω από 700 γλώσσες· στις Φιλιππίνες, όπου χτίζεται ο ανταγωνιστής ITanong· στη Χιλή, με το Latam-GPT· και στη Νιγηρία, όπου η startup Awarri ανέλαβε την πρώτη κρατικά υποστηριζόμενη προσπάθεια. Ακόμη και στη Μογγολία, αναπτύσσονται μοντέλα για την ενίσχυση σπάνιων γλωσσών και τη μείωση της εξάρτησης από δυτικές πλατφόρμες.
Παρότι το ChatGPT δεν είναι επίσημα διαθέσιμο στην Κίνα, οι χρήστες βρίσκουν τρόπους πρόσβασης μέσω VPNs ή αγοράζοντας ξένους αριθμούς τηλεφώνου. Κινέζοι προγραμματιστές έχουν δημιουργήσει υπηρεσίες που ενσωματώνουν απευθείας το API, προσφέροντας συμβουλές για δουλειά ή προσωπικές σχέσεις.
Ταυτόχρονα, η χώρα έγινε πρωταγωνιστής στην εγχώρια ανάπτυξη AI. Το Qwen κέρδισε μεγάλους πελάτες το 2024, ενώ το DeepSeek εντυπωσίασε τον κόσμο με την υψηλή απόδοση και το χαμηλό κόστος. Από τότε, πλήθος εταιρειών —από αυτοκινητοβιομηχανίες μέχρι κατασκευαστές οικιακών συσκευών— έσπευσαν να ενσωματώσουν τα νέα μοντέλα στα προϊόντα τους.
Στα τρία χρόνια της ύπαρξής του, το ChatGPT έχει γίνει εργαλείο δουλειάς, πηγή μάθησης, συνομιλητής, αλλά και παράγοντας πολιτικής επιρροής. Έχει δημιουργήσει νέους ρόλους και νέους κινδύνους, έχει ανοίξει δρόμους για γλωσσική ενσωμάτωση αλλά και για γλωσσικό αποκλεισμό. Πάνω απ’ όλα, όμως, έχει αναγκάσει την ανθρωπότητα να επανεξετάσει τη σχέση της με τη γνώση, την επικοινωνία και την τεχνολογία.




