Σε τεντωμένο σχοινί βαδίζει η λειτουργία του WhatsApp στη Ρωσία, καθώς η δημοφιλέστατη εφαρμογή ανταλλαγής μηνυμάτων βρίσκεται αντιμέτωπη με έναν άνευ προηγουμένου «ψηφιακό στραγγαλισμό». Η Roskomnadzor, η ρυθμιστική αρχή επικοινωνιών της χώρας, φαίνεται να έχει περάσει από τις προειδοποιήσεις στις πράξεις, επιβάλλοντας δραστικούς περιορισμούς που έχουν καταστήσει την υπηρεσία σχεδόν άχρηστη για εκατομμύρια χρήστες.
Τα τελευταία εικοσιτετράωρα, η ψηφιακή καθημερινότητα στη Ρωσία έχει διαταραχθεί έντονα. Χρήστες από τη Μόσχα μέχρι το Βλαδιβοστόκ αναφέρουν σωρεία προβλημάτων: μηνύματα που δεν παραδίδονται, ειδοποιήσεις που αγνοούνται και αδυναμία πραγματοποίησης κλήσεων. Οι αναφορές δεν είναι μεμονωμένες, αλλά επιβεβαιώνονται από τα επίσημα στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Σύμφωνα με πηγές από την ρωσική αγορά τηλεπικοινωνιών, η ταχύτητα διαμεταγωγής δεδομένων της εφαρμογής έχει μειωθεί σκόπιμα κατά 70-80%.
Αυτή η τεχνική υποβάθμιση δεν είναι αποτέλεσμα κάποιου σφάλματος στους servers της Meta, αλλά μια στοχευμένη κίνηση των ρωσικών αρχών. Η Roskomnadzor παραδέχτηκε εμμέσως πλην σαφώς την παρέμβαση, δηλώνοντας πως εφαρμόζει «σταδιακά περιοριστικά μέτρα» εναντίον της πλατφόρμας.
Οι κατηγορίες και το τελεσίγραφο
Η αιτιολόγηση της Μόσχας παραμένει σταθερή και σκληρή. Οι ρωσικές αρχές κατηγορούν το WhatsApp ότι αρνείται πεισματικά να συμμορφωθεί με την εγχώρια νομοθεσία, χαρακτηρίζοντας την εφαρμογή ως «όχημα» για παράνομες δραστηριότητες. Σε ανακοινώσεις που μεταδόθηκαν από τα κρατικά μέσα ενημέρωσης, η ρυθμιστική αρχή ισχυρίζεται πως η πλατφόρμα χρησιμοποιείται για την οργάνωση τρομοκρατικών ενεργειών και τη διενέργεια απάτης εις βάρος Ρώσων πολιτών.
Πίσω όμως από την επίκληση της ασφάλειας, διαφαίνεται μια ξεκάθαρη στρατηγική πίεσης. Η απαίτηση για συνεργασία περιλαμβάνει ουσιαστικά την παράδοση κλειδιών κρυπτογράφησης και την παροχή πρόσβασης σε ιδιωτικές συνομιλίες, κάτι που προσκρούει στη θεμελιώδη αρχιτεκτονική (end-to-end encryption) του WhatsApp.
Max: Η κρατική εναλλακτική
Η χρονική συγκυρία της επίθεσης στο WhatsApp δεν είναι τυχαία. Παράλληλα με την υποβάθμιση των ξένων υπηρεσιών, το Κρεmlίνο προωθεί επιθετικά εγχώριες εναλλακτικές, με προεξάρχουσα την εφαρμογή «Max». Πρόκειται για μια πλατφόρμα που χαίρει της κρατικής στήριξης και προβάλλεται ως το ασφαλές, εθνικό αντίδοτο στις δυτικές εφαρμογές.
Η στρατηγική είναι διττή: καθιστώντας το WhatsApp δυσλειτουργικό και αργό, οι αρχές ελπίζουν να εξωθήσουν τους χρήστες προς το «Max» και άλλες ρωσικές πλατφόρμες (όπως το VK), οι οποίες λειτουργούν υπό το αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο της Μόσχας. Η μετάβαση αυτή, ωστόσο, δεν γίνεται αβίαστα, καθώς το WhatsApp παραμένει βαθιά ριζωμένο στις συνήθειες των Ρώσων πολιτών, με τη βάση χρηστών του να ξεπερνά τα 100 εκατομμύρια.
Η αντίδραση της Meta και το «μαύρο» στις γιορτές
Από την πλευρά της, η Meta (μητρική εταιρεία του WhatsApp) περνά στην αντεπίθεση. Εκπρόσωπος της εταιρείας κατήγγειλε τις ενέργειες της Μόσχας, τονίζοντας πως η κυβέρνηση επιχειρεί να στερήσει από τους πολίτες το δικαίωμα στην ιδιωτική επικοινωνία σε μια κρίσιμη περίοδο, λίγο πριν τις γιορτές. Η εταιρεία υποστηρίζει πως ο εξαναγκασμός των χρηστών σε λιγότερο ασφαλείς, κρατικά ελεγχόμενες εφαρμογές, θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια και τα προσωπικά δεδομένα των πολιτών.
Το μέλλον της ψηφιακής επικοινωνίας στη Ρωσία
Η κατάσταση θυμίζει έντονα τις προηγούμενες απόπειρες της Ρωσίας να ελέγξει το διαδίκτυο, όπως συνέβη στο παρελθόν με το Telegram, αν και σε εκείνη την περίπτωση η έκβαση ήταν διαφορετική. Αυτή τη φορά, η τεχνολογική «μέγγενη» φαίνεται να σφίγγει πιο αποτελεσματικά.
Με τις ταχύτητες να έχουν ήδη μειωθεί δραματικά και τις απειλές για ολικό ban να βρίσκονται πάνω στο τραπέζι, το ερώτημα δεν είναι πλέον αν θα υπάρξουν περιορισμοί, αλλά πόσο καιρό θα αντέξει το WhatsApp να λειτουργεί υπό καθεστώς ημι-παράλυσης.




