Τα νέα από την παγκόσμια αγορά τεχνολογίας δεν είναι ευοίωνα για τους καταναλωτές που σχεδιάζουν να αναβαθμίσουν το smartphone τους το επόμενο διάστημα. Μια νέα ανάλυση έρχεται να επιβεβαιώσει τις ανησυχίες για το 2026, προβλέποντας όχι μόνο συρρίκνωση των πωλήσεων αλλά και αισθητές αυξήσεις στις τιμές λιανικής, εξαιτίας ενός κρίσιμου παράγοντα που συχνά περνά απαρατήρητος: το κόστος των μνημών RAM.
Σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα της εταιρείας αναλύσεων Counterpoint Research, η παγκόσμια αγορά smartphones αναμένεται να βρεθεί αντιμέτωπη με ύφεση της τάξεως του 2,1% για το έτος 2026. Η πρόβλεψη αυτή αποτελεί σημαντική αναθεώρηση προς το χειρότερο, καθώς οι αρχικές εκτιμήσεις έκαναν λόγο για σταθεροποίηση των αποστολών συσκευών. Η αιτία πίσω από αυτή την αρνητική στροφή εντοπίζεται στην εκρηκτική άνοδο των τιμών στα εξαρτήματα μνήμης, μια τάση που φαίνεται να μην έχει ημερομηνία λήξης στο άμεσο μέλλον.
Το υψηλό κόστος κατασκευής
Το πρόβλημα δεν είναι θεωρητικό, αλλά αποτυπώνεται ήδη στα λογιστικά βιβλία των κατασκευαστών. Η έκθεση της Counterpoint προειδοποιεί ότι η αυξητική τάση στις τιμές των μνημών θα συνεχιστεί αμείωτη, με ενδεχόμενη περαιτέρω άνοδο έως και 40% μέχρι το δεύτερο τρίμηνο του 2026. Αυτό δημιουργεί ασφυκτική πίεση στο λεγόμενο Bill of Materials (BoM), δηλαδή στο συνολικό κόστος των εξαρτημάτων που απαιτούνται για την κατασκευή μιας συσκευής.
Οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί για το πώς αυτή η αύξηση μετακυλίεται διαφορετικά ανά κατηγορία:
- Στα οικονομικά smartphones (low-end), το κόστος υλικών έχει ήδη εκτοξευθεί κατά 25% σε σύγκριση με την αρχή του έτους.
- Στις μεσαίες (mid-range) και ναυαρχίδες (high-end), οι αυξήσεις κυμαίνονται από 10% έως 15%.
Εάν επαληθευτούν οι προβλέψεις για το δεύτερο τρίμηνο του 2026, το κόστος κατασκευής αναμένεται να επιβαρυνθεί επιπλέον κατά 8% με 15%. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι οι εταιρείες έχουν δύο επιλογές: είτε να απορροφήσουν το κόστος μειώνοντας τα κέρδη τους – κάτι που σπάνια συμβαίνει – είτε να μεταφέρουν το “καπέλο” στον τελικό καταναλωτή.
Οι μεγάλοι κερδισμένοι και οι χαμένοι της αγοράς
Η κρίση αυτή δεν θα χτυπήσει όλους τους κατασκευαστές με την ίδια σφοδρότητα. Όπως επισημαίνει ο ανώτερος αναλυτής της Counterpoint, Yang Wang, οι δύο κολοσσοί της βιομηχανίας, Apple και Samsung, βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση. Λόγω των τεράστιων οικονομιών κλίμακας και της ισχυρής διαπραγματευτικής τους δύναμης, αναμένεται να αντέξουν τους κλυδωνισμούς των επόμενων τριμήνων ευκολότερα από τον ανταγωνισμό.
Αντίθετα, οι Κινέζοι κατασκευαστές (OEMs) φαίνεται να βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση. Εταιρείες όπως η Xiaomi, η OPPO, η vivo και η Honor, που παραδοσιακά λειτουργούν με μικρότερα περιθώρια κέρδους για να παραμένουν ανταγωνιστικές, θα δυσκολευτούν να διαχειριστούν την ισορροπία μεταξύ μεριδίου αγοράς και κερδοφορίας. Ενδεικτικά, ενώ υπήρχαν προβλέψεις για αύξηση των αποστολών από την OPPO και τη vivo, τα αναθεωρημένα στοιχεία δείχνουν πλέον πτώση, με τη Xiaomi και την Honor να δέχονται το ισχυρότερο πλήγμα.
Το φαινόμενο της υποβάθμισης στα smartphones
Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες –και ανησυχητικές για τους χρήστες– πτυχές της έκθεσης είναι η στρατηγική που υιοθετούν ήδη οι κατασκευαστές για να αντιμετωπίσουν το κόστος. Παρατηρείται μια τάση υποβάθμισης των τεχνικών χαρακτηριστικών (downgrading) σε νέα μοντέλα, προκειμένου να διατηρηθεί η τιμή σε λογικά πλαίσια.
Ο αναλυτής Shenghao Bai αναφέρει χαρακτηριστικά ότι βλέπουμε ήδη “εκπτώσεις” σε κρίσιμα εξαρτήματα. Οι εταιρείες επιλέγουν φθηνότερες μονάδες κάμερας (θυσιάζοντας ίσως τους τηλεφακούς periscope), υποδεέστερες οθόνες, φθηνότερα συστήματα ήχου και, φυσικά, μικρότερες διαμορφώσεις μνήμης. Ουσιαστικά, ο καταναλωτής του 2026 κινδυνεύει να πληρώσει τα ίδια ή και περισσότερα χρήματα για μια συσκευή που σε ορισμένους τομείς ενδέχεται να είναι χειρότερη από το μοντέλο της προηγούμενης χρονιάς.
Στροφή προς τα premium μοντέλα
Η κατάσταση αυτή οδηγεί αναπόφευκτα σε αύξηση της Μέσης Τιμής Πώλησης (ASP). Οι αναλυτές εκτιμούν τώρα ότι η ASP θα αυξηθεί κατά 6,9% το 2026, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από την αρχική πρόβλεψη του 3,9%.
Η στρατηγική των εταιρειών είναι ξεκάθαρη: θα προσπαθήσουν να κατευθύνουν τους αγοραστές προς τα πιο ακριβά, premium μοντέλα. Ο λόγος είναι απλός. Στα ακριβά κινητά, το κόστος της μνήμης RAM αποτελεί μικρότερο ποσοστό του συνολικού κόστους κατασκευής σε σχέση με τα φθηνά κινητά. Έτσι, πουλώντας μια ναυαρχίδα, ο κατασκευαστής μπορεί να απορροφήσει ευκολότερα την αύξηση της τιμής της μνήμης χωρίς να θυσιάσει υπερβολικά το κέρδος του.
Τι σημαίνει αυτό για τον καταναλωτή
Για τον μέσο χρήστη, το τοπίο για το 2026 διαμορφώνεται ως εξής: Λιγότερες επιλογές στη μεσαία κατηγορία που να προσφέρουν πραγματικό “value for money”, ακριβότερες συσκευές εισαγωγικού επιπέδου και μια ισχυρή πίεση από το μάρκετινγκ των εταιρειών για μετάβαση σε premium συσκευές.
Η εποχή που η γενναιόδωρη μνήμη RAM (12GB ή 16GB) θεωρούνταν δεδομένη ακόμα και στη μεσαία κατηγορία φαίνεται να παγώνει προσωρινά. Οι καταναλωτές θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στις αγορές τους, ελέγχοντας εξονυχιστικά τα τεχνικά χαρακτηριστικά, καθώς οι “κρυφές” υποβαθμίσεις σε οθόνες και κάμερες ενδέχεται να γίνουν η νέα κανονικότητα στην προσπάθεια της βιομηχανίας να επιβιώσει από την κρίση των ημιαγωγών.




