Για δεκαετίες, οι κράμπες που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια της άσκησης θεωρούνταν αποτέλεσμα αφυδάτωσης ή ανισορροπίας ηλεκτρολυτών. Ωστόσο, μια σειρά πρόσφατων μελετών έρχεται να αμφισβητήσει αυτή την εξήγηση, αποκαλύπτοντας ότι η πραγματική αιτία μπορεί να βρίσκεται εκεί που λίγοι θα φαντάζονταν: στην ίδια την επιφάνεια όπου αθλούνται οι αθλητές.
Οι κράμπες και οι παλιές θεωρίες
Η εικόνα είναι γνώριμη: ένας δρομέας ή ένας ποδοσφαιριστής καταρρέει στο έδαφος, αδυνατώντας να συνεχίσει λόγω μιας ξαφνικής και επώδυνης κράμπας. Αυτές οι ακούσιες και παρατεταμένες συσπάσεις έχουν απασχολήσει προπονητές, αθλητές και ερευνητές, χωρίς να δίνεται ξεκάθαρη απάντηση για την προέλευσή τους.
Η κλασική θεωρία συνέδεε το φαινόμενο με την απώλεια υγρών και ηλεκτρολυτών, ειδικά σε αγώνες που διεξάγονταν σε υψηλές θερμοκρασίες. Όμως, υπήρχαν πάντα περιπτώσεις που δεν ταίριαζαν με αυτό το σενάριο: αθλητές καλά ενυδατωμένοι υπέφεραν από κράμπες, ενώ άλλοι, σε ιδιαίτερα ζεστό και υγρό περιβάλλον, δεν εμφάνιζαν κανένα πρόβλημα.
Η νέα προσέγγιση
Η σύγχρονη έρευνα στρέφει πλέον το ενδιαφέρον της αλλού: στις μηχανικές ιδιότητες των επιφανειών όπου διεξάγεται η προπόνηση και οι αγώνες. Η σκληρότητα, η ελαστικότητα και οι γενικότερες συνθήκες του εδάφους φαίνεται ότι μπορούν να επηρεάσουν την κόπωση των μυών και, τελικά, να προκαλέσουν κράμπες.
Όταν οι μύες κουράζονται, η ισορροπία μεταξύ των νευρικών σημάτων που τους λένε πότε να συσπαστούν και πότε να χαλαρώσουν διαταράσσεται. Οι αισθητήρες διάτασης στέλνουν περισσότερα σήματα για συστολή, ενώ οι τένοντες, που δρουν ανασταλτικά, μειώνουν τη δραστηριότητα τους. Το αποτέλεσμα είναι ένα μπέρδεμα σημάτων που οδηγεί σε ανεξέλεγκτη, επώδυνη συστολή.
Οι μελέτες δείχνουν ότι οι επιφάνειες με ασυνήθιστες μηχανικές ιδιότητες μπορούν να επιταχύνουν αυτή τη νευρομυϊκή κόπωση, ειδικά όταν οι αθλητές δεν έχουν εξοικειωθεί με αυτές.
Τα στοιχεία της έρευνας
Σε μια από τις μελέτες, η ερευνητική ομάδα κατέγραψε διαφορά 13% στη μυϊκή δραστηριότητα μεταξύ δρομέων που έτρεχαν σε επιφάνειες διαφορετικής σκληρότητας και ελαστικότητας. Σε άλλη περίπτωση, βρέθηκε ότι η δραστηριότητα των οπίσθιων μηριαίων μπορούσε να διαφέρει έως και 50% όταν οι αθλητές εκτελούσαν ίδιες ασκήσεις σε διαφορετικού τύπου τεχνητό χλοοτάπητα.
Τα ευρήματα δεν είναι απλώς στατιστικά στοιχεία: επιβεβαιώνουν πως η μηχανική του εδάφους επηρεάζει άμεσα τη λειτουργία των μυών, τον βαθμό φόρτισης των αρθρώσεων και το εύρος κίνησης. Μάλιστα, οι μύες που εμπλέκονται σε περισσότερες από μία αρθρώσεις, όπως οι οπίσθιοι μηριαίοι, φαίνεται να είναι οι πιο ευάλωτοι σε αυτές τις αλλαγές.
Πρακτικές εφαρμογές για τους αθλητές
Αν οι επιφάνειες παίζουν τόσο σημαντικό ρόλο, τότε η πρόληψη των κραμπών μπορεί να περάσει μέσα από την προσαρμογή της προπόνησης. Οι ειδικοί προτείνουν τη δημιουργία βάσεων δεδομένων που θα καταγράφουν τα μηχανικά χαρακτηριστικά των αγωνιστικών επιφανειών ανά άθλημα. Έτσι, προπονητές και οργανισμοί θα μπορούν να σχεδιάζουν προγράμματα που μιμούνται τις πραγματικές συνθήκες ενός αγώνα.
Για παράδειγμα, μια ομάδα ποδοσφαίρου που συνηθίζει να προπονείται σε πιο μαλακό γήπεδο, αλλά καλείται να αγωνιστεί σε πιο σκληρή επιφάνεια, μπορεί να ενσωματώσει ασκήσεις που προσομοιώνουν αυτές τις συνθήκες. Αντίστοιχα, μια ομάδα μπάσκετ που παίζει σε διαφορετικού τύπου ξύλινα παρκέ μπορεί να οργανώσει προπονήσεις σε παρόμοιες επιφάνειες πριν τους εκτός έδρας αγώνες.
Η συστηματική έκθεση σε διαφορετικές συνθήκες βοηθά το νευρομυϊκό σύστημα να προσαρμοστεί, μειώνοντας τον κίνδυνο πρόωρης κόπωσης και, κατ’ επέκταση, των κραμπών.
Προς μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση
Η ενυδάτωση και η σωστή διατροφή παραμένουν αναγκαία στοιχεία για την αθλητική απόδοση. Ωστόσο, οι νέες μελέτες δείχνουν ότι δεν αρκούν. Παράγοντες όπως η ποιότητα των επιφανειών, η τριβή των παπουτσιών και η στοχευμένη προσαρμογή των μυών φαίνεται να είναι εξίσου σημαντικοί.
Το μέλλον ίσως να ανήκει σε μια πιο τεχνολογική αντιμετώπιση. Η χρήση φορητών αισθητήρων που ανιχνεύουν σε πραγματικό χρόνο τη νευρομυϊκή κόπωση, σε συνδυασμό με εργαλεία μέτρησης των επιφανειών και αλγορίθμους τεχνητής νοημοσύνης, θα μπορούσε να προβλέπει με ακρίβεια τον ατομικό κίνδυνο για κράμπες. Αυτό θα επέτρεπε στους προπονητές να τροποποιούν προπονήσεις, να κάνουν εγκαίρως αλλαγές σε παίκτες ή ακόμα και να προσαρμόζουν τις ίδιες τις συνθήκες του αγωνιστικού χώρου.
Από τον πόνο στην πρόληψη
Οι κράμπες δεν χρειάζεται πλέον να θεωρούνται ένα αναπόφευκτο κομμάτι της άθλησης. Με την επιστημονική κατανόηση να εστιάζει στις επιφάνειες και την τεχνολογία να προσφέρει νέα εργαλεία, ανοίγεται ο δρόμος για πιο αποτελεσματική πρόληψη. Σε τελική ανάλυση, η διαχείριση αυτού του «παλιού εχθρού» μπορεί να σημαίνει λιγότερους τραυματισμούς, καλύτερη απόδοση και περισσότερη ασφάλεια για τους αθλητές.
[via]