Η φαρμακευτική αγορά έχει δει τα τελευταία χρόνια μια εντυπωσιακή στροφή με φάρμακα όπως το Ozempic, που ξεκίνησαν ως θεραπείες για τον διαβήτη αλλά κατέληξαν να γίνουν παγκόσμιο φαινόμενο λόγω της χρήσης τους στην απώλεια βάρους. Η ξαφνική δημοφιλία τους προκάλεσε ελλείψεις και ανησυχίες για την ισότιμη πρόσβαση. Τώρα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) κάνει ένα καθοριστικό βήμα: εντάσσει τα φάρμακα της οικογένειας GLP-1 στη λίστα με τα απαραίτητα φάρμακα, με στόχο να διευρύνει την πρόσβαση, ειδικά σε χώρες με χαμηλότερα εισοδήματα.
Η νέα λίστα του WHO
Ο WHO επικαιροποίησε το Essential Medicines Model List (EML), τον κατάλογο που καθορίζει ποιες θεραπείες θεωρούνται ζωτικής σημασίας για τα εθνικά συστήματα υγείας. Η λίστα πλέον περιλαμβάνει 523 φάρμακα για ενήλικες, ενώ η αντίστοιχη παιδιατρική λίστα (CMS) επεκτάθηκε σε 374 θεραπείες. Η τελευταία ανανέωση δεν περιορίζεται στα φάρμακα κατά του διαβήτη. Περιλαμβάνει επίσης θεραπείες για τον καρκίνο, την κυστική ίνωση, την ψωρίαση, την αιμορροφιλία και άλλες παθήσεις του αίματος.
Η προσθήκη των GLP-1 ενισχύει την αξία του καταλόγου, καθώς οι συγκεκριμένες ουσίες έχουν αποδειχθεί πολλαπλά χρήσιμες: από τη ρύθμιση του σακχάρου έως τη μείωση του σωματικού βάρους και την προστασία της καρδιάς και των νεφρών.
Η «οικογένεια» GLP-1
Στη νέα λίστα συναντάμε ουσίες όπως η σεμαγλουτίδη (δραστική ουσία των Ozempic και Wegovy), η ντουλαγλουτίδη, η λιραγλουτίδη αλλά και η τιρζεπατίδη (που περιέχεται στα Zepbound και Mounjaro). Πρόκειται για αγωνιστές υποδοχέων που μιμούνται το φυσικό πεπτίδιο GLP-1, μια ορμόνη που εκκρίνεται μετά το γεύμα.
Αυτή η ορμόνη επιτελεί δύο κρίσιμες λειτουργίες. Πρώτον, στέλνει σήμα στο πάγκρεας ώστε να ενισχύσει την παραγωγή ινσουλίνης, κάτι που βοηθά τους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 να ελέγξουν τα επίπεδα γλυκόζης. Δεύτερον, επηρεάζει τον εγκέφαλο, δημιουργώντας το αίσθημα κορεσμού. Αυτή η διπλή δράση εξηγεί γιατί τα φάρμακα GLP-1 χρησιμοποιούνται τόσο για τον διαβήτη όσο και για την απώλεια βάρους.
Γιατί ήταν απαραίτητη η ένταξη
Σύμφωνα με τον WHO, η απόφαση βασίστηκε σε πολλαπλά κριτήρια. Τα φάρμακα αυτά βελτιώνουν τον γλυκαιμικό έλεγχο, μειώνουν τον κίνδυνο καρδιαγγειακών και νεφρικών επιπλοκών, ενισχύουν την απώλεια βάρους και μπορούν ακόμη να μειώσουν τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου σε άτομα με καρδιακή ή νεφρική ανεπάρκεια.
Ωστόσο, η τιμή τους αποτελεί σημαντικό εμπόδιο. Η ένταξη στη λίστα αποσκοπεί στο να ενθαρρύνει την παραγωγή γενοσήμων και να διευκολύνει την ένταξη αυτών των φαρμάκων στην πρωτοβάθμια περίθαλψη, ώστε να είναι διαθέσιμα σε ασθενείς που τα χρειάζονται περισσότερο, ιδιαίτερα σε υποεξυπηρετούμενες περιοχές.
Όπως τόνισε ο Deusdedit Mubangizi, διευθυντής Πολιτικών και Προτύπων για τα Φάρμακα και τα Υγειονομικά Προϊόντα στον WHO, «για να διασφαλίσουμε δίκαιη πρόσβαση στα απαραίτητα φάρμακα, απαιτείται ισχυρή πολιτική βούληση, συνεργασία μεταξύ διαφορετικών τομέων και προγράμματα επικεντρωμένα στους ανθρώπους».
Πέρα από τον διαβήτη
Η διεύρυνση της λίστας του WHO δεν περιορίζεται στον τομέα των μεταβολικών παθήσεων. Περιλαμβάνει επίσης νέα φάρμακα κατά του καρκίνου, μεταξύ των οποίων αναστολείς PD-1/PD-L1, που βοηθούν το ανοσοποιητικό σύστημα να αναγνωρίζει και να επιτίθεται σε καρκινικά κύτταρα. Επίσης, προστίθενται θεραπείες που στοχεύουν την αποτροπή σχηματισμού όγκων και άλλες που αντιμετωπίζουν σπάνιες αλλά σοβαρές ασθένειες.
Η ένταξη αυτών των θεραπειών στη λίστα ενισχύει την πίεση προς τα κράτη να διασφαλίσουν την ευρεία διαθεσιμότητά τους, στέλνοντας μήνυμα ότι δεν πρόκειται για πολυτέλειες, αλλά για φάρμακα που θα πρέπει να είναι διαθέσιμα σε κάθε ασθενή, ανεξάρτητα από το εισόδημα ή τη χώρα διαμονής του.
[via]