Στη Lanzarote, μία από τις ηφαιστειογενείς νήσους των Καναρίων, το τοπίο μετατράπηκε σε ένα ζωντανό εργαστήριο για τις διαστημικές αποστολές του μέλλοντος. Μια ομάδα ερευνητών πέρασε τρεις εβδομάδες δοκιμάζοντας αυτόνομα ρομπότ μέσα σε ηφαιστειακό τούνελ λάβας, με στόχο να μελετήσει πώς τα μηχανήματα τεχνητής νοημοσύνης μπορούν να ανταποκριθούν στην πρόκληση της υπόγειας εξερεύνησης στη Σελήνη και στον Άρη.
Τα αποκαλούμενα lava tubes σχηματίζονται όταν η επιφάνεια της λάβας στερεοποιείται, ενώ στο εσωτερικό συνεχίζει να κυλάει μάγμα. Όταν σταματήσει η ηφαιστειακή δραστηριότητα, μένουν πίσω τεράστιες κενές στοές, μερικές φορές χιλιομέτρων. Τέτοιες δομές συναντώνται όχι μόνο στη Γη, αλλά έχουν εντοπιστεί και σε γειτονικούς κόσμους. Δορυφορικές παρατηρήσεις έχουν ήδη χαρτογραφήσει παρόμοιους σχηματισμούς στη Σελήνη και στον Άρη, ενισχύοντας την ιδέα ότι μπορούν να αποτελέσουν κλειδί για μελλοντικές αποστολές.
Για τους επιστήμονες, τα υπόγεια αυτά τοπία δεν είναι απλώς γεωλογική περιέργεια. Θα μπορούσαν να μετατραπούν σε πολύτιμους συμμάχους στην προσπάθεια δημιουργίας μόνιμων βάσεων εκτός Γης. Η φυσική τους κάλυψη θα μπορούσε να προστατεύσει τους αστροναύτες από την κοσμική ακτινοβολία, τις ακραίες θερμοκρασιακές διακυμάνσεις και την απειλή μικρομετεωριτών. Επιπλέον, η προστατευμένη ατμόσφαιρα ίσως διατηρεί ίχνη μικροβιακής ζωής, εάν αυτή υπήρξε ποτέ, προσφέροντας έτσι έναν ακόμα επιστημονικό θησαυρό προς εξερεύνηση.
Η αποστολή στη Lanzarote σχεδιάστηκε για να ελέγξει στην πράξη κατά πόσο τα ρομπότ μπορούν να αναλάβουν αυτό τον ρόλο. Οι ερευνητές μετέφεραν δύο οχήματα στο στόμιο μιας ηφαιστειακής σπηλιάς. Στο πρώτο στάδιο, τα ρομπότ χαρτογράφησαν το εξωτερικό περιβάλλον, προτού ένα από αυτά εκτοξεύσει μέσα στον κρατήρα έναν μικρό αισθητήρα σε σχήμα κύβου. Ο αισθητήρας συνέλεξε δεδομένα που επέτρεψαν τη δημιουργία ενός τρισδιάστατου μοντέλου της περιοχής.
Η πιο απαιτητική δοκιμή αφορούσε την κάθοδο ενός rover στο εσωτερικό του τούνελ. Το μικρότερο όχημα, με το όνομα Coyote III, συνδέθηκε στο μεγαλύτερο, το SherpaTT. Με τη βοήθεια βαρούλκων, κατέβηκε προσεκτικά στα τοιχώματα της σπηλιάς και όταν άγγιξε το έδαφος, συνέχισε αυτόνομα την πορεία του. Σε συνολική διαδρομή περίπου 235 μέτρων, χαρτογράφησε την πορεία του δημιουργώντας ένα αναλυτικό 3D μοντέλο.
Το πείραμα απέδειξε ότι ένας ανομοιογενής στόλος ρομπότ μπορεί να λειτουργήσει συντονισμένα ακόμα και σε ακραία υπόγεια περιβάλλοντα. Οι μηχανές συνεργάστηκαν αποτελεσματικά, συλλέγοντας πολύτιμα δεδομένα που θα φανούν χρήσιμα σε μελλοντικές διαστημικές αποστολές. Ωστόσο, τα τεστ ανέδειξαν και αρκετές προκλήσεις. Η υγρασία μέσα στη σπηλιά επηρέασε την απόδοση του ραντάρ, ορισμένοι αισθητήρες κατέγραψαν παρεμβολές και η έλλειψη σταθερών σημείων αναφοράς περιόρισε τη δυνατότητα επιβεβαίωσης των μετρήσεων.
Η μεγαλύτερη πρόκληση, πάντως, παραμένει η αυτονομία. Σε περιβάλλοντα όπως η Σελήνη ή ο Άρης, η άμεση καθοδήγηση από τη Γη δεν είναι εφικτή λόγω της απόστασης και της καθυστέρησης στο σήμα. Αυτό σημαίνει ότι τα ρομπότ θα χρειάζονται πολύ πιο εξελιγμένους αλγόριθμους, ικανούς να τους επιτρέπουν να λαμβάνουν αποφάσεις και να διαχειρίζονται κινδύνους χωρίς συνεχή επίβλεψη. Επίσης, απαιτούνται πιο ανθεκτικά συστήματα επικοινωνίας για να εξασφαλιστεί η αξιοπιστία σε μακροχρόνιες αποστολές.
[via]